Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰσάνεμος
ἰσάξιος
ἰσάργυρος
ἰσαριθμέω
ἰσάριθμος
ἰσάρχαιος
ἰσάρχων
ἰσασμός
ἰσάστερος
ἰσαστικός
ἰσάτις
ἰσατώδης
ἰσαύδης
Ἰσαυρικός
ἰσαχῶς
ἰσεννύω
ἰσηγορέομαι
ἰσηγορέω
ἰσηγορία
ἰσήγορος
ἰσήλικος
View word page
ἰσάτις
woad
ShortDef
woad
Debugging
Headword:
ἰσάτις
Headword (normalized):
ἰσάτις
Headword (normalized/stripped):
ισατις
IDX:
43112
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43113
Key:
Data
{'content': 'woad'}