Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἱππωνεύς
ἱππωνέω
ἱππωνία
ἴπτομαι
ἴπωσις
ἰπωτήριον
ἰπωτρίς
Ἱρή
ἱρήτειρα
ἰρίζω
ἰρινόμικτος
ἴρινος
ἰριοειδής
Ἶρις
ἶρις
Ἶρις2
ἰριώδης
ἰρμοφόρος
ἱρόθυτος
ἱροπόλος
Ἶρος
View word page
ἰρινόμικτος
mixed with iris-oil

ShortDef

mixed with iris-oil

Debugging

Headword:
ἰρινόμικτος
Headword (normalized):
ἰρινόμικτος
Headword (normalized/stripped):
ιρινομικτος
IDX:
43069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43070
Key:

Data

{'content': 'mixed with iris-oil'}