Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱππώκης
ἱππών
Ἱππών
Ἱππῶναξ
ἱππωνεία
Ἱππωνεύς
ἱππωνέω
ἱππωνία
ἴπτομαι
ἴπωσις
ἰπωτήριον
ἰπωτρίς
Ἱρή
ἱρήτειρα
ἰρίζω
ἰρινόμικτος
ἴρινος
ἰριοειδής
Ἶρις
ἶρις
Ἶρις2
View word page
ἰπωτήριον
olive-

ShortDef

olive-

Debugging

Headword:
ἰπωτήριον
Headword (normalized):
ἰπωτήριον
Headword (normalized/stripped):
ιπωτηριον
IDX:
43064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43065
Key:

Data

{'content': 'olive-'}