Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἱπποτίων
ἱπποτόκος
ἱπποτοξεία
ἱπποτοξότης
ἱπποτραγέλαφος
ἱπποτροφεῖον
ἱπποτροφέω
ἱπποτροφία
ἱπποτροφικός
ἱπποτρόφος
ἱπποτυφία
ἱππούραιον
Ἱππουρίς
ἵππουρις
ἵππουρος
ἱπποφάγοι
ἱπποφαές
ἱππόφαιστον
ἱππόφεως
ἱππόφλομος
ἱπποφοβάς
View word page
ἱπποτυφία
horse-pride

ShortDef

horse-pride

Debugging

Headword:
ἱπποτυφία
Headword (normalized):
ἱπποτυφία
Headword (normalized/stripped):
ιπποτυφια
IDX:
43036
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43037
Key:

Data

{'content': 'horse-pride'}