Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱπποσύνη
Ἱπποτάδης
ἱππότας
ἱππόταυρος
ἱπποτέκτων
ἱππότης
ἱππότης2
ἱππότιγρις
ἱππότιλος
Ἱπποτίων
ἱπποτόκος
ἱπποτοξεία
ἱπποτοξότης
ἱπποτραγέλαφος
ἱπποτροφεῖον
ἱπποτροφέω
ἱπποτροφία
ἱπποτροφικός
ἱπποτρόφος
ἱπποτυφία
ἱππούραιον
View word page
ἱπποτόκος
horse-bearing
ShortDef
horse-bearing
Debugging
Headword:
ἱπποτόκος
Headword (normalized):
ἱπποτόκος
Headword (normalized/stripped):
ιπποτοκος
IDX:
43027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43028
Key:
Data
{'content': 'horse-bearing'}