Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱππονομεύς
ἱππονόμος
Ἱππόνοος
ἱππονώμας
ἱππόομαι
ἱπποπάρῃος
ἱπποπέδη
ἱπποπῆραι
ἱππόποδες
ἱπποπόλος
ἱππόπορνος
ἱπποπόταμος
ἱπποπρόσωπος
ἵππος
Ἵππος
ἱπποσείρης
ἱπποσέλινον
ἱπποσκελής
ἱπποσκόπος
ἱπποσόας
ἱπποσόος
View word page
ἱππόπορνος
excessive prostitute

ShortDef

excessive prostitute

Debugging

Headword:
ἱππόπορνος
Headword (normalized):
ἱππόπορνος
Headword (normalized/stripped):
ιπποπορνος
IDX:
43005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43006
Key:

Data

{'content': 'excessive prostitute'}