Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱππηγός
ἱππηδόν
ἱππηλασία
ἱππηλάσιος
ἱππηλάτα
ἱππηλατέω
ἱππηλάτης
ἱππήλατος
ἱππημολγία
Ἱππημολγοί
ἱππημολγοί
Ἱππιάζω
ἱππιάναξ
Ἱππίας
ἱππιατρός
ἱππίδιον
ἱππικός
ἵππιος
ἱππιοχαίτης
ἱππιοχάρμης
ἱππίσκος
View word page
ἱππημολγοί
the mare-milkers

ShortDef

Hippemolgi
the mare-milkers

Debugging

Headword:
ἱππημολγοί
Headword (normalized):
ἱππημολγοί
Headword (normalized/stripped):
ιππημολγοι
IDX:
42895
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42896
Key:

Data

{'content': 'the mare-milkers'}