Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἵππαρχος
ἱππάς
ἱππασία
Ἱππασίδης
ἱππάσιμος
ἵππασμα
ἱππασμός
Ἵππασος
ἱππαστής
ἱππαστί
ἱππαστικός
ἱππαστός
ἱππάστριαι
ἱππάφεσις
ἱππαφίδες
ἱππεία
ἵππειος
ἱππελάτης
ἱππέλαφος
ἱππεραστής
ἵππερος
View word page
ἱππαστικός
fond of riding

ShortDef

fond of riding

Debugging

Headword:
ἱππαστικός
Headword (normalized):
ἱππαστικός
Headword (normalized/stripped):
ιππαστικος
IDX:
42866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42867
Key:

Data

{'content': 'fond of riding'}