Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱππάρχης
ἱππαρχία
ἱππαρχικός
ἵππαρχος
Ἵππαρχος
ἱππάς
ἱππασία
Ἱππασίδης
ἱππάσιμος
ἵππασμα
ἱππασμός
Ἵππασος
ἱππαστής
ἱππαστί
ἱππαστικός
ἱππαστός
ἱππάστριαι
ἱππάφεσις
ἱππαφίδες
ἱππεία
ἵππειος
View word page
ἱππασμός
riding

ShortDef

riding

Debugging

Headword:
ἱππασμός
Headword (normalized):
ἱππασμός
Headword (normalized/stripped):
ιππασμος
IDX:
42862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42863
Key:

Data

{'content': 'riding'}