Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱππαναβάτης
ἱππάνθρωπος
ἱππαπαῖ
ἱππάριον
ἱππαρμοστής
ἱππαρχεῖον
ἱππαρχέω
ἱππάρχης
ἱππαρχία
ἱππαρχικός
ἵππαρχος
Ἵππαρχος
ἱππάς
ἱππασία
Ἱππασίδης
ἱππάσιμος
ἵππασμα
ἱππασμός
Ἵππασος
ἱππαστής
ἱππαστί
View word page
ἵππαρχος
a general of cavalry

ShortDef

a general of cavalry
Hipparchus

Debugging

Headword:
ἵππαρχος
Headword (normalized):
ἵππαρχος
Headword (normalized/stripped):
ιππαρχος
IDX:
42855
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42856
Key:

Data

{'content': 'a general of cavalry'}