Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰπόω
ἱππαγρέται
ἵππαγρος
ἱππαγωγός
ἱππάζομαι
ἱππαΐς
ἱππαιχμία
ἵππαιχμος
ἱππάκη
ἱππακοντιστής
ἱππάκοπον
ἱππαλεκτρυών
ἵππαλος
ἱππαναβάτης
ἱππάνθρωπος
ἱππαπαῖ
ἱππάριον
ἱππαρμοστής
ἱππαρχεῖον
ἱππαρχέω
ἱππάρχης
View word page
ἱππάκοπον
remedy for horses

ShortDef

remedy for horses

Debugging

Headword:
ἱππάκοπον
Headword (normalized):
ἱππάκοπον
Headword (normalized/stripped):
ιππακοπον
IDX:
42842
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42843
Key:

Data

{'content': 'remedy for horses'}