Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰπνίτης
ἰπνοκαής
ἰπνοκαύστης
ἰπνολέβης
ἴπνον
ἰπνοπλάθος
ἰπνοποιός
ἰπνός
ἰπνών
ἰποκτόνος
ἶπος
ἰπόω
ἱππαγρέται
ἵππαγρος
ἱππαγωγός
ἱππάζομαι
ἱππαΐς
ἱππαιχμία
ἵππαιχμος
ἱππάκη
ἱππακοντιστής
View word page
ἶπος
the piece of wood that falls and catches

ShortDef

the piece of wood that falls and catches

Debugging

Headword:
ἶπος
Headword (normalized):
ἶπος
Headword (normalized/stripped):
ιπος
IDX:
42831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42832
Key:

Data

{'content': 'the piece of wood that falls and catches'}