Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰουλίς
ἰουλόπεζος
ἴουλος
ἰουλοφόρος
Ἰουλώ
ἰουλώδης
ἰοφόρος
ἰοχέαιρα
Ἰόχια
ἰπνευτής
ἰπνεύω
ἴπνη
ἴπνιος
ἰπνίτης
ἰπνοκαής
ἰπνοκαύστης
ἰπνολέβης
ἴπνον
ἰπνοπλάθος
ἰπνοποιός
ἰπνός
View word page
ἰπνεύω
dry

ShortDef

dry

Debugging

Headword:
ἰπνεύω
Headword (normalized):
ἰπνεύω
Headword (normalized/stripped):
ιπνευω
IDX:
42818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42819
Key:

Data

{'content': 'dry'}