Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμαιμάκετος
ἁμάκις
ἀμαλακιστία
ἀμάλακτος
ἀμαλάπτω
ἀμαλδύνω
ἀμαλητόμος
ἀμάλθακτος
Ἀμάλθεια
ἄμαλλα
ἀμαλλεῖον
ἀμαλλεύω
ἀμαλλοδετήρ
ἄμαλλος
ἄμαλλος2
ἀμαλλοτόκεια
ἀμαλλοφόρος
ἀμαλογεῖ
ἀμαλός
ἁμάμαξυς
ἁμαμηλίς
View word page
ἀμαλλεῖον
sheaf-band
ShortDef
sheaf-band
Debugging
Headword:
ἀμαλλεῖον
Headword (normalized):
ἀμαλλεῖον
Headword (normalized/stripped):
αμαλλειον
IDX:
4277
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4278
Key:
Data
{'content': 'sheaf-band'}