Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἰξιόνιος
ἵξις
Ἰξίων
ἰξοβολέω
ἰξοβόλος
ἰξοβόρος
ἰξοειδές
ἰξοεργός
ἰξόομαι
ἰξοποιέω
ἰξός
ἰξοφορεύς
ἰξοφόρος
ἰξυόθεν
ἰξύς
ἰξώδης
Ἰοβάκχεια
Ἰόβακχος
ἰοβάπτης
ἰοβαφής
ἰοβλέφαρος
View word page
ἰξός
mistletoe

ShortDef

mistletoe

Debugging

Headword:
ἰξός
Headword (normalized):
ἰξός
Headword (normalized/stripped):
ιξος
IDX:
42747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42748
Key:

Data

{'content': 'mistletoe'}