Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰξευτήριος
ἰξευτής
ἰξευτικός
ἰξεύω
ἰξία
ἰξίας
ἰξίνη
ἰξιόεις
ἰξίον
Ἰξιόνιος
ἵξις
Ἰξίων
ἰξοβολέω
ἰξοβόλος
ἰξοβόρος
ἰξοειδές
ἰξοεργός
ἰξόομαι
ἰξοποιέω
ἰξός
ἰξοφορεύς
View word page
ἵξις
coming

ShortDef

coming

Debugging

Headword:
ἵξις
Headword (normalized):
ἵξις
Headword (normalized/stripped):
ιξις
IDX:
42738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42739
Key:

Data

{'content': 'coming'}