Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἴξευμα
ἰξευτήρ
ἰξευτήριος
ἰξευτής
ἰξευτικός
ἰξεύω
ἰξία
ἰξίας
ἰξίνη
ἰξιόεις
ἰξίον
Ἰξιόνιος
ἵξις
Ἰξίων
ἰξοβολέω
ἰξοβόλος
ἰξοβόρος
ἰξοειδές
ἰξοεργός
ἰξόομαι
ἰξοποιέω
View word page
ἰξίον
leaf of χαμαιλέων λευκός ( = ἰξία II)

ShortDef

leaf of χαμαιλέων λευκός ( = ἰξία II)

Debugging

Headword:
ἰξίον
Headword (normalized):
ἰξίον
Headword (normalized/stripped):
ιξιον
IDX:
42736
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42737
Key:

Data

{'content': 'leaf of χαμαιλέων λευκός ( = ἰξία II)'}