Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱμερόομαι
ἱμερόπνους
ἵμερος
ἱμερόφρων
ἱμερόφωνος
ἱμερτός
ἰμέσος
ἴμεστος
ἱμονιά
ἱμονιοστρόφος
ἴμοροι
ἵνα
ἰναία
ἰνάριον
Ἰνάρως
Ἰνάχειος
Ἴναχος
ἰνδάλλομαι
ἴνδαλμα
ἰνδαλμός
ἰνδάριον
View word page
ἴμοροι
cake
ShortDef
cake
Debugging
Headword:
ἴμοροι
Headword (normalized):
ἴμοροι
Headword (normalized/stripped):
ιμοροι
IDX:
42693
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42694
Key:
Data
{'content': 'cake'}