Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱματιοφυλάκιον
ἱματιοφύλαξ
ἱματισμός
ἱμάω
Ἴμβριος
Ἴμβρος
ἱμείρω
Ἱμέρα
Ἱμεραῖος
ἱμεράμπυξ
ἱμερόγυιος
ἱμερόεις
ἱμεροθαλής
ἱμερόνους
ἱμερόομαι
ἱμερόπνους
ἵμερος
ἱμερόφρων
ἱμερόφωνος
ἱμερτός
ἰμέσος
View word page
ἱμερόγυιος
with lovely limbs

ShortDef

with lovely limbs

Debugging

Headword:
ἱμερόγυιος
Headword (normalized):
ἱμερόγυιος
Headword (normalized/stripped):
ιμερογυιος
IDX:
42679
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42680
Key:

Data

{'content': 'with lovely limbs'}