Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱμάσσω
ἱματεύομαι
ἱματηγός
ἱματίδιον
ἱματίζω
ἱματιοθήκη
ἱματιοκάπηλος
ἱματιοκλέπτης
ἱματιομίσθης
ἱμάτιον
ἱματιοπαραλήμπτης
ἱματιοποιΐα
ἱματιοπώλης
ἱματιοπωλικόν
ἱματιουργικός
ἱματιοφορίς
ἱματιοφυλακέω
ἱματιοφυλάκιον
ἱματιοφύλαξ
ἱματισμός
ἱμάω
View word page
ἱματιοπαραλήμπτης
collector of deliveries in kind in the form of clothing

ShortDef

collector of deliveries in kind in the form of clothing

Debugging

Headword:
ἱματιοπαραλήμπτης
Headword (normalized):
ἱματιοπαραλήμπτης
Headword (normalized/stripped):
ιματιοπαραλημπτης
IDX:
42662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42663
Key:

Data

{'content': 'collector of deliveries in kind in the form of clothing'}