Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
ἱμαοιδός
ἱμάς
ἱμάσθλη
ἱμάσκω
ἱμασσία
ἱμάσσω
ἱματεύομαι
ἱματηγός
ἱματίδιον
ἱματίζω
ἱματιοθήκη
ἱματιοκάπηλος
ἱματιοκλέπτης
ἱματιομίσθης
ἱμάτιον
ἱματιοπαραλήμπτης
ἱματιοποιΐα
ἱματιοπώλης
ἱματιοπωλικόν
View word page
ἱματίδιον
dim. of ἱμάτιον, cloak

ShortDef

dim. of ἱμάτιον, cloak

Debugging

Headword:
ἱματίδιον
Headword (normalized):
ἱματίδιον
Headword (normalized/stripped):
ιματιδιον
IDX:
42655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42656
Key:

Data

{'content': 'dim. of ἱμάτιον, cloak'}