Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
ἱμαντώδης
ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
ἱμαοιδός
ἱμάς
ἱμάσθλη
ἱμάσκω
ἱμασσία
ἱμάσσω
ἱματεύομαι
View word page
ἱμαντόω
furnish with straps

ShortDef

furnish with straps

Debugging

Headword:
ἱμαντόω
Headword (normalized):
ἱμαντόω
Headword (normalized/stripped):
ιμαντοω
IDX:
42643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42644
Key:

Data

{'content': 'furnish with straps'}