Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱμάντηρις
ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
ἱμαντώδης
ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
ἱμαοιδός
ἱμάς
ἱμάσθλη
ἱμάσκω
ἱμασσία
ἱμάσσω
View word page
ἱμαντοτομέω
cut straps
ShortDef
cut straps
Debugging
Headword:
ἱμαντοτομέω
Headword (normalized):
ἱμαντοτομέω
Headword (normalized/stripped):
ιμαντοτομεω
IDX:
42642
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42643
Key:
Data
{'content': 'cut straps'}