Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱμαντάριον
ἱμαντελιγμός
ἱμαντελικτής
ἱμάντηρις
ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
ἱμαντώδης
ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
ἱμαοιδός
ἱμάς
ἱμάσθλη
View word page
ἱμαντοπάροχος
purveyor of straps

ShortDef

purveyor of straps

Debugging

Headword:
ἱμαντοπάροχος
Headword (normalized):
ἱμαντοπάροχος
Headword (normalized/stripped):
ιμαντοπαροχος
IDX:
42639
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42640
Key:

Data

{'content': 'purveyor of straps'}