Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰλυώδης
ἱμαῖος
ἱμαλίς
ἱμαντάριον
ἱμαντελιγμός
ἱμαντελικτής
ἱμάντηρις
ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
ἱμαντώδης
ἱμάντωμα
ἱμάντωσις
View word page
ἱμαντόδεσμος
leathern band

ShortDef

leathern band

Debugging

Headword:
ἱμαντόδεσμος
Headword (normalized):
ἱμαντόδεσμος
Headword (normalized/stripped):
ιμαντοδεσμος
IDX:
42636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42637
Key:

Data

{'content': 'leathern band'}