Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰλύσπασις
ἰλυσπαστικός
ἰλύω
ἰλυώδης
ἱμαῖος
ἱμαλίς
ἱμαντάριον
ἱμαντελιγμός
ἱμαντελικτής
ἱμάντηρις
ἱμάντινος
ἱμάντιον
ἱμαντισμός
ἱμαντόδεσμος
ἱμαντόδετος
ἱμαντομάχος
ἱμαντοπάροχος
ἱμαντοπέδη
ἱμαντόπους
ἱμαντοτομέω
ἱμαντόω
View word page
ἱμάντινος
of leathern thongs

ShortDef

of leathern thongs

Debugging

Headword:
ἱμάντινος
Headword (normalized):
ἱμάντινος
Headword (normalized/stripped):
ιμαντινος
IDX:
42633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42634
Key:

Data

{'content': 'of leathern thongs'}