Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁμαδέον
Ἀμάδοκος
Ἀμαζόνες
Ἀμαζονικός
Ἀμαζονίς
Ἀμαζονομαχία
Ἀμαζών
ἀμαθαίνω
Ἀμάθεια
ἀμαθής
ἀμαθία
ἀμαθῖτις
ἄμαθος
Ἀμαθοῦς
ἀμαθύνω
ἀμαθώδης
ἀμαίευτος
ἀμαιμάκετος
ἁμάκις
ἀμαλακιστία
ἀμάλακτος
View word page
ἀμαθία
ignorance

ShortDef

ignorance

Debugging

Headword:
ἀμαθία
Headword (normalized):
ἀμαθία
Headword (normalized/stripped):
αμαθια
IDX:
4260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4261
Key:

Data

{'content': 'ignorance'}