Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰλάρχης
ἰλαρχία
ἴλαρχος
ἱλαρῳδός
ἱλαρῶπις
ἱλάσιμος
ἱλάσκομαι
ἵλασμα
ἱλασμός
ἱλαστήριος
ἱλαστής
ἱλατήριον
Ἰλέρδα
ἱλέωσις
ἴλη
Ἰλήϊος
ἱλήκω
ἵλημι
Ἰλιάδαι
Ἰλιάδας
Ἰλιακός
View word page
ἱλαστής
propitiator

ShortDef

propitiator

Debugging

Headword:
ἱλαστής
Headword (normalized):
ἱλαστής
Headword (normalized/stripped):
ιλαστης
IDX:
42576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42577
Key:

Data

{'content': 'propitiator'}