Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱλάρια
ἱλαροποιέω
ἱλαρός
ἱλαρότης
ἱλαροτραγῳδία
ἱλαρόω
ἰλάρχης
ἰλαρχία
ἴλαρχος
ἱλαρῳδός
ἱλαρῶπις
ἱλάσιμος
ἱλάσκομαι
ἵλασμα
ἱλασμός
ἱλαστήριος
ἱλαστής
ἱλατήριον
Ἰλέρδα
ἱλέωσις
ἴλη
View word page
ἱλαρῶπις
of gracious aspect

ShortDef

of gracious aspect

Debugging

Headword:
ἱλαρῶπις
Headword (normalized):
ἱλαρῶπις
Headword (normalized/stripped):
ιλαρωπις
IDX:
42570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42571
Key:

Data

{'content': 'of gracious aspect'}