Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰκτερόομαι
ἴκτερος
ἱκτήρ
ἰκτίν
ἰκτῖνος
Ἰκτῖνος
ἴκτις
ἵκτωρ
ἵκω
ἰλαδόν
ἱλάειρα
ἵλαος
ἱλαρεία
ἱλαρεύομαι
ἱλάρια
ἱλαροποιέω
ἱλαρός
ἱλαρότης
ἱλαροτραγῳδία
ἱλαρόω
ἰλάρχης
View word page
ἱλάειρα
mildly-shining
ShortDef
mildly-shining
Debugging
Headword:
ἱλάειρα
Headword (normalized):
ἱλάειρα
Headword (normalized/stripped):
ιλαειρα
IDX:
42556
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42557
Key:
Data
{'content': 'mildly-shining'}