Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰκτερίτης
ἰκτερόομαι
ἴκτερος
ἱκτήρ
ἰκτίν
ἰκτῖνος
Ἰκτῖνος
ἴκτις
ἵκτωρ
ἵκω
ἰλαδόν
ἱλάειρα
ἵλαος
ἱλαρεία
ἱλαρεύομαι
ἱλάρια
ἱλαροποιέω
ἱλαρός
ἱλαρότης
ἱλαροτραγῳδία
ἱλαρόω
View word page
ἰλαδόν
in troops

ShortDef

in troops

Debugging

Headword:
ἰλαδόν
Headword (normalized):
ἰλαδόν
Headword (normalized/stripped):
ιλαδον
IDX:
42555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42556
Key:

Data

{'content': 'in troops'}