Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱκετώσυνα
ἰκμαδώδης
ἰκμάζω
ἰκμαίνω
ἰκμαῖος
ἰκμαλέος
ἰκμάς
ἰκμάω2
ἴκμενος
ἴκμη
ἴκμιος
ἰκμόβωλον
ἰκμώδης
ἱκνέομαι
ἴκνυς
Ἰκόνιον
Ἰκός
ἴκρια
ἰκριάς
ἴκρινον
ἰκριοποίησις
View word page
ἴκμιος
moist
ShortDef
moist
Debugging
Headword:
ἴκμιος
Headword (normalized):
ἴκμιος
Headword (normalized/stripped):
ικμιος
IDX:
42523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42524
Key:
Data
{'content': 'moist'}