Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἴκελος
ἰκελόω
ἱκεσία
ἱκέσιος
ἱκεταδόκος
ἱκέτας
ἱκετεία
ἱκέτευμα
ἱκετευτέος
ἱκετευτικός
ἱκετεύω
ἱκετηρία
ἱκετήριος
ἱκέτης
ἱκετήσιος
ἱκέτις
ἱκετώσυνα
ἰκμαδώδης
ἰκμάζω
ἰκμαίνω
ἰκμαῖος
View word page
ἱκετεύω
to approach as a suppliant
ShortDef
to approach as a suppliant
Debugging
Headword:
ἱκετεύω
Headword (normalized):
ἱκετεύω
Headword (normalized/stripped):
ικετευω
IDX:
42507
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42508
Key:
Data
{'content': 'to approach as a suppliant'}