Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰθυκέλευθος
ἰθυκρήδεμνος
ἰθυκυφής
ἰθύκυφος
ἰθύλορδος
ἰθυμαχία
ἰθυμάχος
ἴθυμβος
ἴθυνα
ἰθυντήρ
ἰθυντήριος
ἰθυντής
ἰθύνω
ἰθυπορέω
ἰθυπόρος
ἰθυπτίων
ἰθύρροπος
ἰθύς
ἰθύς2
ἰθυσκόλιος
ἰθυτένεια
View word page
ἰθυντήριος
guiding, directing

ShortDef

guiding, directing

Debugging

Headword:
ἰθυντήριος
Headword (normalized):
ἰθυντήριος
Headword (normalized/stripped):
ιθυντηριος
IDX:
42461
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42462
Key:

Data

{'content': 'guiding, directing'}