Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰθαγενής
ἰθαιγένης
Ἰθάκη
Ἰθάκηνδε
Ἰθακήσιος
Ἴθακος
ἰθαρός
ἴθμα
ἴθρις
ἰθύβιος
ἰθυβόλος
ἰθύγραμμος
ἰθυδίκης
ἰθυδρομία
ἰθυδρόμος
ἰθύθριξ
ἰθυκέλευθος
ἰθυκρήδεμνος
ἰθυκυφής
ἰθύκυφος
ἰθύλορδος
View word page
ἰθυβόλος
straight-hitting

ShortDef

straight-hitting

Debugging

Headword:
ἰθυβόλος
Headword (normalized):
ἰθυβόλος
Headword (normalized/stripped):
ιθυβολος
IDX:
42445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42446
Key:

Data

{'content': 'straight-hitting'}