Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱερουργός
Ἰερουσαλήμ
ἱεροφαντέω
ἱεροφάντης
ἱεροφαντία
ἱεροφαντικός
ἱεροφάντρια
ἱεροφοιτάω
ἱεροφυλάκιον
ἱεροφύλαξ
ἱερόφωνος
ἱερόχθων
ἱεροψάλτης
ἱερόψυχος
ἱερόω
ἱέρωμα
Ἱέρων
ἱερώνυμος
ἱέρωσις
ἱερωστί
ἱερωσύνη
View word page
ἱερόφωνος
with sacred voice

ShortDef

with sacred voice

Debugging

Headword:
ἱερόφωνος
Headword (normalized):
ἱερόφωνος
Headword (normalized/stripped):
ιεροφωνος
IDX:
42397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42398
Key:

Data

{'content': 'with sacred voice'}