Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱεροποίημα
ἱεροποιία
ἱερόποιον
ἱεροποιός
ἱερόπολις
ἱεροπομπός
ἱεροπρεπής
ἱεροπρόσπολος
ἱερόπτης
ἱεροράβδος
ἱερός
ἱεροσαλπικτής
ἱεροσκοπέομαι
ἱεροσκοπία
ἱεροσκόπος
Ἱεροσόλυμα
Ἱεροσολυμίτης
ἱεροστάτης
ἱεροστολικά
ἱερόστολος
ἱεροσυλέω
View word page
ἱερός
super-human, mighty, divine, wonderful
ShortDef
super-human, mighty, divine, wonderful
Debugging
Headword:
ἱερός
Headword (normalized):
ἱερός
Headword (normalized/stripped):
ιερος
IDX:
42361
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42362
Key:
Data
{'content': 'super-human, mighty, divine, wonderful'}