Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἱερόγλωσσος
ἱερογραμματεύς
ἱερογραφικός
ἱερόδακρυς
ἱεροδιδάσκαλος
ἱεροδόκος
ἱεροδουλεία
ἱερόδουλος
ἱερόδρομος
ἱεροθαλλής
ἱεροθέσιον
ἱεροθετέω
ἱεροθήκη
ἱεροθρησκεία
ἱερόθροος
ἱεροθύσιον
ἱεροθυτέω
ἱεροθύτης
ἱερόθυτος
ἱεροκαυτέω
ἱεροκηρυκεύω
View word page
ἱεροθέσιον
monument, mausoleum

ShortDef

monument, mausoleum

Debugging

Headword:
ἱεροθέσιον
Headword (normalized):
ἱεροθέσιον
Headword (normalized/stripped):
ιεροθεσιον
IDX:
42312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42313
Key:

Data

{'content': 'monument, mausoleum'}