Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱερογλωσσόκομον
ἱερόγλωσσος
ἱερογραμματεύς
ἱερογραφικός
ἱερόδακρυς
ἱεροδιδάσκαλος
ἱεροδόκος
ἱεροδουλεία
ἱερόδουλος
ἱερόδρομος
ἱεροθαλλής
ἱεροθέσιον
ἱεροθετέω
ἱεροθήκη
ἱεροθρησκεία
ἱερόθροος
ἱεροθύσιον
ἱεροθυτέω
ἱεροθύτης
ἱερόθυτος
ἱεροκαυτέω
View word page
ἱεροθαλλής
blooming holily
ShortDef
blooming holily
Debugging
Headword:
ἱεροθαλλής
Headword (normalized):
ἱεροθαλλής
Headword (normalized/stripped):
ιεροθαλλης
IDX:
42311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42312
Key:
Data
{'content': 'blooming holily'}