Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱερακώδης
ἱερανθεσία
ἱερανομέω
ἱέραξ
ἱεραοιδός
ἱεράομαι
ἱεραπολέω
Ἱεράπολις
ἱεραπόλος
ἱεράρχης
ἱερατεία
ἱερατεῖον
ἱεράτευμα
ἱερατευματικός
ἱερατεύω
ἱερατικός
ἱεραύλης
ἱεραφορία
ἱεραφόρος
ἱέρεια
ἱερεία
View word page
ἱερατεία
the priest's office, priesthood
ShortDef
the priest's office, priesthood
Debugging
Headword:
ἱερατεία
Headword (normalized):
ἱερατεία
Headword (normalized/stripped):
ιερατεια
IDX:
42275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42276
Key:
Data
{'content': "the priest's office, priesthood"}