Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱδρόω
ἵδρυμα
ἵδρυσις
ἱδρυτέον
ἱδρυτέος
ἱδρύω
ἵδρωα
ἱδρώδης
ἱδρώεις
ἱδρώιον
ἱδρώς
ἵδρωσις
ἱδρωτήριον
ἱδρωτικός
ἱδρωτοειδῶς
ἱδρωτοποιέω
ἱδρωτοποιός
ἰδυῖα
ιεʹ
Ἰέβωσθος
Ἰεζεκίηλος
View word page
ἱδρώς
sweat
ShortDef
sweat
Debugging
Headword:
ἱδρώς
Headword (normalized):
ἱδρώς
Headword (normalized/stripped):
ιδρως
IDX:
42233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42234
Key:
Data
{'content': 'sweat'}