Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰδρείη
ἴδρις
ἱδροσύνη
ἱδρόω
ἵδρυμα
ἵδρυσις
ἱδρυτέον
ἱδρυτέος
ἱδρύω
ἵδρωα
ἱδρώδης
ἱδρώεις
ἱδρώιον
ἱδρώς
ἵδρωσις
ἱδρωτήριον
ἱδρωτικός
ἱδρωτοειδῶς
ἱδρωτοποιέω
ἱδρωτοποιός
ἰδυῖα
View word page
ἱδρώδης
accompanied by perspiration

ShortDef

accompanied by perspiration

Debugging

Headword:
ἱδρώδης
Headword (normalized):
ἱδρώδης
Headword (normalized/stripped):
ιδρωδης
IDX:
42230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42231
Key:

Data

{'content': 'accompanied by perspiration'}