Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁλώδης
ἁλωεινός
Ἀλωεύς
ἀλωεύς
ἀλωή
Ἁλωιάς
ἁλωίτης
ἁλωνεύομαι
ἁλώνης
ἁλώνητος
ἁλωνία
ἁλωνικός
ἁλωνοειδής
ἁλωνοτριβέω
ἁλωνοφυλακία
ἁλωνοφύλαξ
ἁλωόφυτος
ἀλωπέκειος
Ἀλωπεκή
ἀλωπεκία
ἀλωπεκίας
View word page
ἁλωνία
threshing-floor

ShortDef

threshing-floor

Debugging

Headword:
ἁλωνία
Headword (normalized):
ἁλωνία
Headword (normalized/stripped):
αλωνια
IDX:
4220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4221
Key:

Data

{'content': 'threshing-floor'}