Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰδιοκρασία
ἰδιοκτήμων
ἰδιόκτητος
ἰδιολογέω
ἰδιολογία
ἰδιομήκης
ἰδιόμορφος
ἰδιοξενία
ἰδιοξενοδόκος
ἰδιόξενος
ἰδιόομαι
ἰδιοπάθεια
ἰδιοπαθέω
ἰδιοπεριόριστος
ἰδιόπλαστος
ἰδιοποιέω
ἰδιοποίημα
ἰδιοποιός
ἰδιοπραγέω
ἰδιοπραγία
ἰδιοπράγμων
View word page
ἰδιόομαι
to appropriate to oneself

ShortDef

to appropriate to oneself

Debugging

Headword:
ἰδιόομαι
Headword (normalized):
ἰδιόομαι
Headword (normalized/stripped):
ιδιοομαι
IDX:
42161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42162
Key:

Data

{'content': 'to appropriate to oneself'}