Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰατήρ
ἰατήριον
ἰατικός
ἰᾶτον
ἰατορία
ἰατός
ἴατρα
ἰατραλείπτης
ἰατρεία
ἰατρεῖον
ἰάτρευμα
ἰάτρευσις
ἰατρευτέον
ἰατρεύω
ἰατρικός
ἰατρίνη
ἰατροκλύστης
ἰατρολογέω
ἰατρολογία
ἰατρομαθηματικοί
ἰατρόμαια
View word page
ἰάτρευμα
a means of healing disaffection
ShortDef
a means of healing disaffection
Debugging
Headword:
ἰάτρευμα
Headword (normalized):
ἰάτρευμα
Headword (normalized/stripped):
ιατρευμα
IDX:
42060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-42061
Key:
Data
{'content': 'a means of healing disaffection'}