Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θωάζω
θωή
θωίασις
θωκίζω
θῶκος
θωμεύω
θῶμιγξ
θωμίζω
θωμός
Θών
θωός
θωπεία
θώπευμα
θωπευμάτια
θωπευτικός
θωπεύω
θωπικός
θώπτω
θωρακεῖον
θωρακίζω
θωρακικός
View word page
θωός
bird

ShortDef

bird

Debugging

Headword:
θωός
Headword (normalized):
θωός
Headword (normalized/stripped):
θωος
IDX:
41943
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41944
Key:

Data

{'content': 'bird'}