Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
θυρσοειδής
θυρσοκόμος
θυρσόλογχος
θυρσομανής
θυρσοπλήξ
θύρσος
θυρσοτινάκτης
θυρσοφορέω
θυρσοφορία
θυρσοφόρος
θυρσοχαρής
θυρσόω
θύρωμα
θυρών
θυρωρεῖον
θυρωρέω
θυρωρός
θύρωσις
θυρωτός
θυσανηδόν
θυσανοειδής
View word page
θυρσοχαρής
delighting in the thyrsus
ShortDef
delighting in the thyrsus
Debugging
Headword:
θυρσοχαρής
Headword (normalized):
θυρσοχαρής
Headword (normalized/stripped):
θυρσοχαρης
IDX:
41886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41887
Key:
Data
{'content': 'delighting in the thyrsus'}