Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀλφάβητος
ἀλφάδιον
ἀλφάνω
ἀλφάριον
Ἀλφειός
ἀλφεσίβοιος
ἀλφή
ἀλφηστής
ἀλφιταμοιβός
ἀλφιτεία
ἀλφιτεῖον
ἀλφιτεύς
ἀλφιτεύω
ἀλφιτηδόν
ἀλφιτηρός
ἀλφιτισμός
ἀλφιτοειδής
ἀλφιτόμαντις
ἄλφιτον
ἀλφιτοποιία
ἀλφιτοποιός
View word page
ἀλφιτεῖον
mill for grinding
ShortDef
mill for grinding
Debugging
Headword:
ἀλφιτεῖον
Headword (normalized):
ἀλφιτεῖον
Headword (normalized/stripped):
αλφιτειον
IDX:
4186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4187
Key:
Data
{'content': 'mill for grinding'}