Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄλφα
ἀλφάβητος
ἀλφάδιον
ἀλφάνω
ἀλφάριον
Ἀλφειός
ἀλφεσίβοιος
ἀλφή
ἀλφηστής
ἀλφιταμοιβός
ἀλφιτεία
ἀλφιτεῖον
ἀλφιτεύς
ἀλφιτεύω
ἀλφιτηδόν
ἀλφιτηρός
ἀλφιτισμός
ἀλφιτοειδής
ἀλφιτόμαντις
ἄλφιτον
ἀλφιτοποιία
View word page
ἀλφιτεία
preparing of ἄλφιτα

ShortDef

preparing of ἄλφιτα

Debugging

Headword:
ἀλφιτεία
Headword (normalized):
ἀλφιτεία
Headword (normalized/stripped):
αλφιτεια
IDX:
4185
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4186
Key:

Data

{'content': 'preparing of ἄλφιτα'}