Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

θυρετρικός
θυρευτής
θύρηθι
θύρηφι
θύρῃφι
θυριδεύς
θυριδόω
θυριδωτός
θύριον
θυρίς
θυριώτης
θυροειδής
θυροιγός
θυροκιγκλίδες
θυροκοπέω
θυροκοπία
θυροκοπικός
θυροκόπος
θυρόκοπος
θυροκρουστία
θυροπηγία
View word page
θυριώτης
one found at the door

ShortDef

one found at the door

Debugging

Headword:
θυριώτης
Headword (normalized):
θυριώτης
Headword (normalized/stripped):
θυριωτης
IDX:
41858
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-41859
Key:

Data

{'content': 'one found at the door'}